Ζηλωτής της Αεροπορικής Ιδέας εγκατέλειψε το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού και επιδόθηκε από το 1911 στην αεροπλοΐα, την οποία σπούδασε στη Γαλλία με δικά του έξοδα. Το 1912 με το δίπλωμα του αεροπόρου επέστρεψε στην Ελλάδα φέρνοντας μαζί του και ιδιόκτητο αεροπλάνο τύπου Nieuport 50HP.
Ήταν ο πρώτος Έλληνας αεροπόρος, που πραγματοποίησε στην Ελλάδα επιτυχημένη πτήση στις 8 Φεβρουαρίου 1912.
Κατά τους βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913 κατατάχθηκε στη Στρατιωτική Αεροπορία με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού και πήρε μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Στις 4 Απριλίου 1913, ενώ εκτελούσε αναγνωριστική πτήση πάνω απ' το Λαγκαδά, το αεροπλάνο του, ένα τουρκικό τύπου Henriot που είχε κατασχεθεί από τον Ελληνικό Στρατό κατά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, κατέπεσε στο έδαφος λόγω μηχανικής βλάβης, με αποτέλεσμα τον ηρωικό θάνατο του χειριστή και του συνεπιβάτη του Οπλαρχηγού Μάνου.
Ο Αργυρόπουλος ήταν γιος του Γεωργίου Αργυρόπουλου, πρεσβευτή της Ελλάδος στην Αγία Πετρούπολη. Είχε σπουδάσει ηλεκτρολόγος μηχανικός στη Γερμανία και είχε αποκτήσει πτυχίο ιδιώτη χειριστή αεροπλάνου στη Γαλλία. Όταν γύρισε στην Ελλάδα, τον Ιανουάριο του 1912, είχε φέρει μαζί του συσκευασμένο, ένα ιδιόκτητο αεροπλάνο Nieuport ΙVG με κινητήρα 50 ίππων. Στις 8 Φεβρουαρίου 1912, με αυτό το αεροπλάνο ανυψώνεται στους αιθέρες για πεντάλεπτη πτήση ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, με χειριστή τον Αργυρόπουλο. Ο Βενιζέλος προηγήθηκε σε παρόμοιες πτήσεις του Πρώτου Λόρδου του Βρετανικού Ναυαρχείου Churchill κατά ένα χρόνο, αν και έπεται των αντιστοιχών πτήσεων εθισμού, του Ιταλού πρωθυπουργού Giolliti.Ο λόγος που εκφώνησε μετά την πτήση αποτελεί μια από τις πιο πρώιμες δηλώσεις περί Αεροπορικής Ισχύος από Αρχηγό Κράτους και αποκαλύπτει τι αναμενόταν από τη χρήση των αεροπλάνων:
«To αεροπλάνο ενδείκνυται ως όπλο των αδυνάτων. Η ριψοκίνδυνος μάλιστα και τολμηρά φύσις του Έλληνος θα καταστήσει τούτο λαμπρόν εν πολέμω όπλον μέλλον να προσφέρει μεγάλας υπηρεσίας.»
Θεωρείται βέβαιο ότι κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους ο Αργυρόπουλος εξέφρασε την επιθυμία του να καταταγεί στη Στρατιωτική Αεροπορία η οποία μόλις τότε οργανώνονταν στην Ελλάδα με τη βοήθεια της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής υπό τον Στρατηγό Eydoux. To ότι ο Πρωθυπουργός δεν τον ξέχασε, αποδεικνύεται με την έκδοση του «φωτογραφικού» νόμου Δρις’ της 21 Οκτωβρίου 1912, ο οποίος επιτρέπει την κατάταξη στην «αερόπλοια» πτυχιούχων μηχανικών των «εν Γαλλία Σχολών Πολυτεχνικής, Κεντρικής, Γεφυροποιών, ανωτέρας Ηλεκτρολογικής η άλλων εξομοιούμενων σχολών της ημεδαπής ή έτερων Κρατών, ως και δίπλωμα αεροπόρου με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού του Μηχανικού». Σημειώνεται εδώ ότι ο ίδιος ο Louis Βleriot ήταν απόφοιτος της Ecole Centrale του Παρισιού, που αναφέρεται στο νόμο, ως «Κεντρική» Σχολή. Ήταν σχολή αντίστοιχη με το παριζιάνικο Πολυτεχνείο, με πιο πρακτικό όμως προσανατολισμό).
Ο νόμος εκδόθηκε από την Κοζάνη, μια από τις προσωρινές περιφερόμενες έδρες της Κυβέρνησης που ακολουθούσε κατά πόδας την εξέλιξη του βαλκανικού πολέμου που είχε ξεσπάσει από τις 5 Οκτωβρίου. Σύμφωνα όμως με το βιβλίο «Οι Πρωτοπόροι» του Αλέξανδρου Αυδή, ο Αργυρόπουλος είχε τεθεί εθελοντικά με το Nieuport του, στη διάθεση του Υπουργείου Στρατιωτικών από την έναρξη του πολέμου. Άρα ο παραπάνω νόμος νομιμοποιούσε εκ των υστέρων μια υφιστάμενη κατάσταση. Σύμφωνα πάντα με την ίδια πηγή, το ιδιόκτητο αεροπλάνο Nieuport του Αργυρόπουλου, η «Αλκυών», καταστράφηκε σε ατύχημα κατά την πρώιμη φάση των επιχειρήσεων. Άρα ο Αργυρόπουλος όταν βρέθηκε στην Θεσσαλονίκη, θα θεώρησε το εγκαταλελειμμένο οθωμανικό αεροπλάνο δώρο εξ ουρανού.
Το νέο αεροπλάνο του Αργυρόπουλου ήταν διθέσιο Βleriot ΧΙ-2 με ίδιο κινητήρα , όπως τα ελληνικά Φαρμάν της δεύτερης σειράς. Άρα είχε πρόσβαση στα καίρια ανταλλακτικά κινητήρα, καθώς η επιδιόρθωση του σκάφους τότε ήταν υπόθεση απλού ξυλουργείου. Επρόκειτο για το οθωμανικό Vatan (Πατρίδα),και ήταν δωρεά του Νουρί Πασά προς την οθωμανική κυβέρνηση. Σε τουρκικές πηγές αναφέρεται ότι πυρπολήθηκε για να μην πέσει στα χέρια του εχθρού, κάτι που ελέγχεται για την ακρίβειά του από τη στιγμή που το αεροσκάφος το πέταξε συχνά ο Αργυρόπουλος. Ως τόπος απογείωσης αναφέρεται η περιοχή γύρω από τον παλαιό σιδηροδρομικό σταθμό Θεσσαλονίκης. Δεν είναι γνωστό πόσες ακριβώς πτήσεις εκτέλεσε με το Βleriot ΧΙ-2 ο Αργυρόπουλος, αλλά σε δυο τουλάχιστον πηγές αναφέρεται ότι εκτέλεσε πολεμικές αποστολές πάνω από τις οθωμανικές γραμμές. Αναφέρεται μάλιστα ότι απολάμβανε ασυλία από τα αντιαεροπορικά πυρά λόγω της προέλευσης του τύπου. Στις 4 Απριλίου 1913 ο Αργυρόπουλος απογειώνεται για μια συνηθισμένη πολεμική αποστολή, σύμφωνα με την επίσημη ιστορία. Ήταν μια πτήση από την οποία δεν υπήρχε επιστροφή. Συνεπιβάτης του ήταν ο Κωνσταντίνος Μάνος ,ένας άνθρωπος που σήμερα θα τον χαρακτηρίζαμε ως VIP. Ήταν λόγιος, πρώην βουλευτής Αττικής, και θείος της Ασπασίας Μάνου, συζύγου του μετέπειτα βασιλιά Αλέξανδρου. Στις αρχές των βαλκανικών πολέμων είχε ηγηθεί ανταρτικών ομάδων και από τον τύπο της εποχής είχε χαιρετιστεί ως «εκπορθητής της Πρεβέζης». Η συμμετοχή πολίτη σε στρατιωτική αποστολή μπορεί σήμερα να ξενίζει, αλλά στους βαλκανικούς πόλεμους, όλοι οι στρατοί χρησιμοποίησαν κατά κόρον πολίτες οργανωμένους σε επίσημα (όπως οι Έλληνες «πρόσκοποι») ή ανεπίσημα παραστρατιωτικά σώματα.
Λόγω της εμπλοκής του σε σφοδρή κακοκαιρία το αεροπλάνο του Αργυρόπουλου-Μάνου θα συντριβεί 500 μέτρα από το Λαγκαδά, δυο μέρες πριν την κρίσιμη μάχη των Γιαννιτσών. Θα τους θρηνήσει όλη η Ελλάδα. Σύμφωνα με εφημερίδες της εποχής στην κηδεία του Αργυρόπουλου που έγινε στον Άγιο Γεώργιο Καρύτση, παρουσία σύσσωμου του υπουργικού συμβουλίου και του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, ελάχιστοι μπορούσαν να συγκρατήσουν τη συγκίνησή τους. Δίπλα στη σωρό του νεκρού είχε εκτεθεί η ακόμη απαστράπτουσα στολή του Ανθυπολοχαγού του Μηχανικού. Τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο μόνιμος συνάδελφός του, αεροπόρος Υπολοχαγός Μιχαήλ Μουτούσης.
Ο Αργυρόπουλος έδωσε πρώτα το αεροπλάνο του και μετά τη ζωή του στην υπηρεσία της πατρίδας.
Ήταν ο πρώτος στρατιωτικός αεροπόρος που χάθηκε σε ατύχημα κατά τη διάρκεια προγραμματισμένης αποστολής, μοίρα περισσότερο γνώριμη στους αεροπόρους από την απώλεια λόγω εχθρικής δράσης.
Επίσης ήταν ο πρώτος από το μακρύ κατάλογο των πεσόντων εφέδρων ιπταμένων αξιωματικών και υπαξιωματικών, των οποίων ο αριθμός στις πολεμικές περιόδους δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητος.